Άρθρο της Ζέζας Ζήκου για την “ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ”
Οι πεφωτισμένοι ηγέτες του Eurogroup αναζητούσαν μέχρι αργά χθες το βράδυ να βρουν μια νέα «οριστική λύση». Οτι τελικά χρειάζεται ένα ακόμα βαθύτερο «κούρεμα» έως και 75%, έτσι ώστε και το ελληνικό χρέος να καταστεί βιώσιμο και να μη βάλει η Γερμανία και οι άλλες χώρες περισσότερα χρήματα. Το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, παρά το οργουελιανό ακρωνύμιο που του δόθηκε -PSI Νο 1 στις 21 Ιουλίου του 2011 και PSI Νο 2 στις 27 Οκτώβριου του 2011- ώστε να παραπλανά ότι δήθεν οι ίδιοι οι ιδιώτες δανειστές του ελληνικού κράτους το ζήτησαν, τώρα εκδικείται. Και οι δύο συμφωνίες της 21ης Ιουλίου και της 27ης Οκτωβρίου ναυάγησαν. Καθώς η ύφεση της ελληνικής οικονομίας πήρε νέα τροπή πολύ γρήγορα και μάλιστα τόσο ειδεχθή, που επιδείνωσε το πρόβλημα.
Η κεντρική ιδέα ακουγόταν λογική: Γιατί να πρέπει να σηκώσουν το βάρος της διάσωσης του ελληνικού (και αργότερα του ιρλανδικού, πορτογαλικού κ.λπ. Δημοσίου) μόνον οι φορολογούμενοι των πλεονασματικών κρατών; Γιατί να μην αναλάβουν μέρος του βάρους και οι άπληστοι τραπεζίτες οι οποίοι τόσα χρόνια δάνειζαν με το αζημίωτο τα ανόητα κράτη (την ώρα που γνώριζαν καλά την επισφαλή κατάσταση των δημοσιονομικών τους); Πώς αλλιώς θα τους δινόταν ένα μάθημα κι ένα κίνητρο την επόμενη φορά να προσέχουν σε ποιον δανείζουν; Αυτό το επιχείρημα ακουγόταν εύηχο στο Βερολίνο, στο Παρίσι και βεβαίως στην Αθήνα!
Το θρίλερ για το ποσοστό του «κουρέματος» του ελληνικού χρέους, που αποδεικνύεται εξαιρετικά κρίσιμο για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, κορυφώθηκε χθες. Με τις δύο συμφωνίες, η πρώην κυβέρνηση Παπανδρέου δέχθηκε τη ρετσινιά της επιλεκτικής χρεοκοπίας που συνεπάγεται η «εθελοντική» αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Χωρίς εθνική στρατηγική για το χρέος, η χώρα πλέει σε ευρωπαϊκό κενό.
Οι τράπεζες που θα ενισχυθούν με δημόσια(!) χρήματα θα υποστούν συνέπειες σε πολλούς τομείς, όπως -για παράδειγμα- η παροχή των μερισμάτων τους. Η Κομισιόν παρουσίασε έναν φλου «οδικό χάρτη» για να σταματήσει η μετάδοση της κρίσης του χρέους, προτείνοντας τη «μεγιστοποίηση» της δύναμης πυρός του EFSF χωρίς τα κράτη να συνεισφέρουν περισσότερα χρήματα από αυτά που ήδη έχουν καταθέσει, χωρίς άλλες λεπτομέρειες. Ευρωπαίοι ειδικοί έχουν εργαστεί πάνω σε δύο βασικές επιλογές που είναι γνωστές ως «διαδικασία μόχλευσης» για την επίτευξη αυτού του αποτελέσματος. Και αυτή που θεωρήθηκε ως η πιο εφικτή θα μπορούσε να συμβάλει στην αύξηση της ικανότητας χρηματοδοτικής παρέμβασης του EFSF έως και στα 2.500 δισ. ευρώ τον χρόνο, έναντι μιας ικανότητας δανειοδότησης σήμερα που περιορίζεται σε 440 δισ. ευρώ.
Οπως αποκαλύπτει η εφημερίδα Wall Street Journal, που επικαλείται ως πηγές «τρία πρόσωπα» που έλαβαν γνώση της «Εκθεσης για τη βιωσιμότητα του χρέους» του ΔΝΤ, το χρέος θα έχει εκτιναχθεί το 2020 στο 129% του ΑΕΠ. «Είναι ακόμη πιο μακριά από το επίπεδο που οι περισσότεροι οικονομολόγοι θεωρούν ότι είναι βιώσιμο το χρέος, καθιστώντας δυσκολότερη από ποτέ τη θέση ότι η χώρα αυτή μια ημέρα να αποπληρώσει το χρέος της», σχολιάζει η εφημερίδα. Προκειμένου να αποφύγει το ρίσκο, το ΔΝΤ έχει ως κανόνα να δανείζει μόνο χώρες που είναι σε θέση, σύμφωνα με αναλύσεις του, να αποπληρώσουν το χρέος τους.
Το ελληνικό χρέος αυξήθηκε στα τέλη του 2011 στο 166% του ΑΕΠ, σύμφωνα με την τελευταία εκτίμηση του ΔΝΤ τον Σεπτέμβριο. Υστερα από εκτιμήσεις του καθ’ όλη τη διάρκεια του 2010 και στις αρχές του 2011 ότι η Ελλάδα δεν χρειαζόταν να προχωρήσει στην αναδιάρθρωση του χρέους της, το ΔΝΤ ζήτησε η Αθήνα να συμφωνήσει με τους ιδιώτες πιστωτές της για να το πράξει και να λάβει παράλληλα πρόσθετους πόρους από τους Ευρωπαίους εταίρους της. Η συνεισφορά του ΔΝΤ σε ένα νέο σχέδιο διεθνούς βοήθειας παραμένει αβέβαιη, καθώς τα κράτη-μέλη του είναι διχασμένα ως προς την πιθανότητα για περαιτέρω χρηματοδότηση μιας χώρας που δεν έχει τηρήσει όλες τις δεσμεύσεις της.
«Διαπραγματευόμαστε για να ελαφρύνουμε το χρέος», δήλωσε ο πρωθυπουργός Λ. Παπαδήμος… Παράλληλα, ο Ομπάμα, η Μέρκελ και οι λοιποί… ανταγωνίζονται σε προσπάθειες «σωτηρίας» για τη χώρα μας. Οπως, για την αποπληρωμή των χρεών μας, την ισορροπία στα δημόσια οικονομικά και τον περιορισμό της απληστίας των ιδιωτών δανειστών μας! Ομως, όλα αυτά πλήττουν την ανάπτυξη. Και το δεύτερο είναι ότι ο πανικός αποδεικνύεται αυτοεκπληρούμενη προφητεία, αφού η απώλεια της εμπιστοσύνης στα κρατικά ομόλογα αποδυναμώνει τις τράπεζες και οι αποδυναμωμένες τράπεζες αποδυναμώνουν με τη σειρά τους τα κράτη.
Πηγή : kathimerini.gr